Άμεσα αλλαγές στις τρεις εκπαιδευτικές βαθμίδες με στόχο την ποιότητα και με πυξίδα τα διεθνή δεδομένα, καθώς η ελληνική εκπαίδευση… στραβά αρμενίζει. Αυτό προτείνει για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα το «Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία» της επιτροπής υπό την προεδρία του Χριστόφορου Πισσαρίδη (καθηγητής στο London School of Economics και το Πανεπιστήμιο Κύπρου, Βραβείο Nobel Οικονομικών 2010), την οποία συνέστησε η κυβέρνηση. Το γενικό συμπέρασμα; Οι Ελληνες πληρώνουν είτε μέσω φόρων είτε ιδιωτικά για την εκπαίδευση των παιδιών, η συμμετοχή στις εκπαιδευτικές βαθμίδες έχει αυξηθεί, ωστόσο οι δεξιότητες που αποκτούν είναι ανεπαρκείς. Η Ελλάδα στον σχετικό ευρωπαϊκό δείκτη καταλαμβάνει την προτελευταία θέση. Την ίδια στιγμή, η επαγγελματική εκπαίδευση στη χώρα μας είναι «εξαιρετικά υποβαθμισμένη, συχνά συνοδεύεται με “στίγμα αποτυχίας”» όπως λέει η έκθεση, τονίζοντας ότι «ο περισσότερο σημαντικός παράγοντας στην ποιότητα της εκπαίδευσης είναι η ποιότητα των εκπαιδευτικών». Για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η έκθεση την αξιολογεί «χαμηλής αποτελεσματικότητας», προσθέτοντας ότι «τα πανεπιστήμια παρέχουν σπουδές που αποσκοπούν στην προετοιμασία για την απασχόληση στον δημόσιο τομέα». Ειδικότερα, η έκθεση ορίζοντας ένα γενικό πλαίσιο αναφέρει τα εξής:

• Οι δαπάνες για τη δημόσια εκπαίδευση είναι πρωτίστως «τρέχουσες» (κυρίως μισθοί) και σε πολύ μικρότερο βαθμό «κεφαλαίου» (επενδύσεις). Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η χρηματοδότηση των υποδομών και του εκπαιδευτικού και εργαστηριακού εξοπλισμού μειώθηκε, με αποτέλεσμα την υστέρηση ιδιαίτερα των ψηφιακών υποδομών και του εξοπλισμού των εκπαιδευτικών μονάδων και ιδρυμάτων.

• Βέβαια, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το εκπαιδευτικό επίπεδο του πληθυσμού βελτιώνεται σταθερά. Ενδεικτικά, το ποσοστό των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ηλικιακή ομάδα 25-64 που το 2002 ήταν 18,1%, το 2019 είχε φθάσει το 31,9% (ο αντίστοιχος μ.ό. στην Ε.Ε. ήταν 33,2%).

• Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί η πρόσβαση στην προσχολική φροντίδα και εκπαίδευση. Ωστόσο, η συμμετοχή των παιδιών ηλικίας μεταξύ 4 ετών και της ηλικίας έναρξης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης το 2018 ήταν 81,5%, έναντι ευρωπαϊκού μ.ό. 95,4%.

• Το ποσοστό πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου στην Ελλάδα το 2019, 4,1%, ήταν από τα χαμηλότερα στην Ε.Ε. Ομως, σε ποιοτικούς όρους, τα αποτελέσματα των Ελλήνων μαθητών σε διεθνείς συγκρίσεις είναι διαχρονικά απογοητευτικά. Για παράδειγμα, στο Πρόγραμμα PISA  του ΟΟΣΑ το 2018 για την αξιολόγηση των δεξιοτήτων 15χρονων μαθητών σε Μαθηματικά, Φυσικές Επιστήμες και Κατανόηση Κειμένου, σε όλα τα πεδία η Ελλάδα βρίσκεται πολύ χαμηλότερα από τον μέσον όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και στην τελευταία τετράδα ή πεντάδα της Ε.Ε.

• Ως προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, παρότι κάποιες μονάδες αριστείας μπορούν να εντοπισθούν στα ελληνικά ΑΕΙ, σπάνια κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο εμφανίζεται σε σχετικά υψηλή θέση στις κατατάξεις διαφόρων δημοφιλών αλλά άτυπων οργανισμών.

• H λυκειακή εκπαίδευση είναι υποβαθμισμένη, ιδιαίτερα στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου, όπου η κύρια προσπάθεια των μαθητών στρέφεται στα φροντιστηριακά μαθήματα με σκοπό την εισαγωγή στα ΑΕΙ. Η διάρθρωση των σπουδών και ο προσανατολισμός τους, αφήνει όσους δεν εισάγονται στα ΑΕΙ χωρίς τα απαραίτητα εκπαιδευτικά εφόδια και προσόντα για να εισαχθούν στην αγορά εργασίας.

• Η επαγγελματική εκπαίδευση είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη, και πολλά από τα διδασκόμενα αντικείμενα μικρή μόνο σχέση έχουν με ειδικότητες που πραγματικά ζητούνται στην αγορά εργασίας. Περισσότερα………

Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Recommended Posts